Τετάρτη 23 Ιουλίου 2008

Nothing is True, Everything is Permitted


Ο Altair ΔΕΝ είναι videogame χαρακτήρας… Για τον απλούστατο λόγο ότι το Assassin’s Creed δεν είναι παιχνίδι. Πρόκειται για μια διαδραστική κινηματογραφική ταινία στην οποία ο χρήστης, καθισμένος στην καρέκλα του σκηνοθέτη, καλείται να βιώσει ένα εξαιρετικό, γεμάτο flashbacks σενάριο. Σαν ψηφιακό alter ego του, ο παίκτης διαθέτει έναν αμιγώς κινηματογραφικό ήρωα, με τον προσωπικό του κώδικα τιμής, τις «ιδιόμορφες» απόψεις του περί αρετής, τα πάσης φύσεως ηθικά διλήμματα και εν τέλει τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα που, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο, όλοι διαθέτουμε.
Η ύπαρξη του κινήματος των Ασασίνων στο οποίο ανήκει ο ήρωας μας, είναι ιστορικά αποδεδειγμένη. Συγκεκριμένα, «ιδρύθηκε» από τον αλ-Χασάν Ιμπν-αλ-Σαμπάχ, ή αλλιώς, Χασάν – Γιο της Αυγής, περίπου το 1090 μ.Χ. όταν εγκαταστάθηκε με την ομάδα του στο οχυρό Αλαμούτ κάτω από την ψηλότερη κορυφή του Καυκάσου. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των μελών αυτής της νέας «ομάδας» ήταν η ολοκληρωτική (μέχρι θανάτου) αφοσίωση στον Χασάν και στους υπόλοιπους «Μεγάλους Διδάσκαλους» που τον διαδέχθηκαν. Ιδιαίτερα ένας από αυτούς, ο Ρασίντ αλ-Ντιν Σινάν, επονομαζόμενος και «Γέρος του Βουνού» στοίχειωσε κυριολεκτικά τα όνειρα Σταυροφόρων και Μουσουλμάνων ταυτίζοντας το όνομα των Ασασίνων με αυτό του Θανάτου. Ενός θανάτου διαφορετικού από αυτόν που συναντούσαν οι πολεμιστές στην μάχη… ενός θανάτου ύπουλου, που καρτερά υπομονετικά στο σκοτάδι, έως ότου αναδυθεί μέσα από τις σκιές για να συναντήσει το υποψήφιο θύμα του.
Η άνοδος και η πτώση. Μια σαφώς προσφιλή κινηματογραφική θεματική. Συναντάμε τον Altair, ένα εκλεκτό μέλος των Ασασίνων όταν βρίσκεται στην απόλυτη ακμή του. Τότε που αναπόφευκτα έρχεται η ύβρις και κατ’ επέκταση η πτώση. Μια πτώση που λίγο έλειψε να είναι και η θανατική του καταδίκη. Από το σημείο αυτό τον ακολουθούμε σε μια προσπάθεια παλιννόστησης του προηγούμενου status του. Μέσα από αλλεπάλληλα κινηματογραφικά flashbacks τα οποία εναλλάσσουν τον μεσαιωνικό ήρωα με τον σημερινό απόγονο του, ακολουθούμε την πορεία του, απαλλαγμένη από υπεροψία και εγωισμό, προς την πρότερη θέση του. Με μια διαφορά: όσο πιο πολύ (ξανά)ανεβαίνει στην ιεραρχία, τόσο η πίστη του αρχίζει να κλονίζεται, και ο ίδιος να αμφισβητεί το Απόλυτο του αφέντη του. Κάτι που μέχρι τότε ήταν αδιανόητο, όχι μόνο από τους συντρόφους και τον αρχηγό του αλλά και από τον ίδιο. Οι θεωρίες συνομωσίας που του παρουσιάζονται ξεθωριάζουν, καθώς ένα ένα τα πέπλα πέφτουν αποκαλύπτοντας μια αδιανόητη μέχρι πρότινος αλήθεια.
Βλέποντας για πρώτη φορά τον Altair εν δράσει δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι είναι άνθρωπος. Μοιάζει περισσότερο με μια δολοφονική μηχανή που, κρυμμένη πίσω από ένα ανθρώπινο προσωπείο, σκορπίζει αφειδώς θάνατο. Όσο η πλοκή αρχίζει να εξυφαίνεται όμως, καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι πρόκειται απλά για μια τραγική, καταραμένη φιγούρα η οποία περιφέρεται στα σκονισμένα σοκάκια των Αγίων Τόπων ψάχνοντας το υποψήφιο θύμα του με την λαχτάρα θηρίου που αναζητά τροφή. Ακόμα κι όταν φτάνει να δείξει την ανθρωπιά του, όση τουλάχιστον του έχει απομείνει, το κάνει κι αυτό μέσω του θανάτου. Για να γλυτώσει κάποιους πολίτες πρέπει πρώτα να σκοτώσει τους στρατιώτες που τους παρενοχλούν. Αυτό δεν έχει να κάνει με την αποστολή αλλά με τον προσωπικό του κώδικα τιμής που του επιτρέπει να φορά ταυτόχρονα τον μανδύα του Δαίμονα και του Άγγελου. Τιμωρός ή σωτήρας, αυτό εξαρτάται από τις επιλογές του Altair…
Πέρα όμως από όλες αυτές τις αμπελοφιλοσοφίες δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μιλάμε για ένα παιχνίδι. Το οποίο ομολογουμένως πολλές φορές κουράζει. Από την στιγμή που ο παίκτης αποφασίζει να αναλάβει όλα τα quests θα βρεθεί πολλές φορές με την αίσθηση το déjà vu. Αν πάλι κάποιος δε θελήσει να σώσει όλους τους ταλαίπωρους πολίτες και να σκαρφαλώσει σε όλα τα view points, το παιχνίδι σίγουρα θα του φανεί πολύ σύντομο. Ίσως γιατί το Assassin’s Creed αντιμετωπίστηκε από την αρχή με την λογική της τριλογίας της οποίας εδώ βλέπουμε το 1ο μέρος. Όποιος τελειώσει το παιχνίδι θα καταλάβει τι εννοώ… Παρόλα αυτά δεν μπορώ να μην του αναγνωρίσω ένα πράγμα. Ότι το παιχνίδι διαθέτει ψυχή. Και η ψυχή αναδεικνύει την τέχνη σε κάθε περίπτωση…